Γεραπετρίτης: Το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας Τουρκίας θα γίνει μέσα στο καλοκαίρι

Το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας Τουρκίας θα γίνει μέσα στο καλοκαίρι, ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε συνέντευξή του στο 5ο FORUM του Οικονομικού Ταχυδρόμου.
Όπως σημείωσε, αυτή τη στιγμή υπάρχει μία πάρα πολύ πυκνή ατζέντα και των δύο ηγετών, αλλά θα βρεθεί ο κατάλληλος χρόνος και το θέμα θα συζητηθεί στο περιθώριο της συζήτησης των Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στην Αττάλεια στα μέσα του μήνα, έτσι ώστε να έχουμε την τελική ημερομηνία.
«Είναι πάρα πολύ δύσκολο, μέσα στα δύο χρόνια που προσπαθούμε να ξαναχτίσουμε καλό επίπεδο συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών» ανέφερε και προσέθεσε πως «σήμερα έχουμε παγιώσει ως κατάκτηση, πάνω και πέρα από όλα, έναν διάλογο, ο οποίος γίνεται σε ένα επίπεδο, ώστε να μπορούμε να προλαμβάνουμε κρίσεις».
«Οι ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας διασφαλίζουν και την ειρήνη στην περιοχή μας. Αυτό έχει λειτουργήσει και στο επίπεδο των πολύ περιορισμένων παραβιάσεων, που ήταν ένας κοινός τόπος στο παρελθόν, στο επίπεδο του συντονισμού στο μεταναστευτικό, όπου τα δίκτυα των διακινητών καταπολεμούνται καθημερινά και είναι ελεγχόμενη και σε πολλά άλλα επίπεδα, τα οποία δομούν καλύτερη σχέση».
«Το γνωρίζουμε ότι έχουμε τις διαφορές μας και θα ήμουν πραγματικά αιθεροβάμων να θεωρώ ότι μέσα σε δύο χρόνια θα λυθούν ζητήματα, τα οποία μας ταλανίζουν για πενήντα χρόνια. Τα θέματα, τα οποία εγείρει η Άγκυρα, είναι θέματα που ανατρέχουν δεκαετίες, δεν προέκυψαν την τελευταία διετία», υπογράμμισε.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της ηλεκτρικής ενέργειας διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου, σημείωσε πως είναι ένα έργο, το οποίο είναι μεγάλης σημασίας, ιδίως για την Κύπρο, διότι αίρει την ενεργειακή ανασφάλεια της Κύπρου και είναι ένα έργο, το οποίο θα περιλαμβάνει.
Η συνεργασία μεταξύ Ισραήλ και Κύπρου για τη δεύτερη φάση της ενεργειακής διασύνδεσης μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ ήταν εξαρχής μέσα στον σχεδιασμό, άρα, δεν είναι κάτι που αλλάζει τον σχεδιασμό, ανέφερε.
«Η δική μας πεποίθηση είναι ότι οι διασυνδέσεις γενικά, είτε πρόκειται για ηλεκτρικές διασυνδέσεις, είτε πρόκειται για διασυνδέσεις επικοινωνιών και δεδομένων, είναι εξαιρετικά κρίσιμες. Θα συνεχιστεί το έργο», υπογράμμισε.
Ανέφερε δε ότι η Ελλάδα την τελευταία εξαετία έχει αναπτυχθεί σε ενεργειακό κόμβο και ευρωπαϊκά και περιφερειακά. «Τα έργα, τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη, είναι η ενεργειακή διασύνδεση Ελλάδας-Αιγύπτου, η ενεργειακή διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου και εν τέλει Ισραήλ, οι κάθετοι άξονες, οι οποίοι αναπτύσσονται, οι τερματικοί σταθμοί για το LNG, οι σταθμοί FSRU στην Αλεξούπολη και κυρίως η αλλαγή του ενεργειακού μίγματος στην Ελλάδα με την ένταξη των ανανεώσιμων πηγών σε πολύ μεγάλο ποσοστό, έχουν αλλάξει εντελώς την ενεργειακή φιλοσοφία και έχουν αναβαθμίσει ουσιωδώς τη χώρα μας».
Όσον αφορά το πρόσφατο ταξίδι του στην Κωνσταντινούπολη ανέφερε πως είχε μια σειρά επαφών με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, με την Ομογένεια, επίσκεψη στα ιδρύματα της Ρωμιοσύνης και την ιστορική Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Ακόμη παραβρέθηκε σε ανεπίσημο δείπνο με τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας κατόπιν πρόσκλησης τους Χακάν Φιντάν, όπου συζητήθηκαν «θέματα επικαιρότητας, δηλαδή ζητήματα που έχουν να κάνουν με τα διεθνή και περιφερειακά, τα οποία αποτελούν κοινές προκλήσεις για την Ελλάδα και την Τουρκία.
Ακόμη, επεσήμανε πως συζητήθηκε το θέμα της Κύπρου. «Έθεσα με κάθε τρόπο την πάγια θέση της Ελλάδας ότι δεν πρέπει να ενεργεί τετελεσμένα, τα οποία ουσιαστικά αποτρεπτικά από την ουσιαστική πρόοδο».
«Τα ζητήματα, τα οποία έχουν να κάνουν με τις διμερείς σχέσεις μας, δηλαδή τα ζητήματα του καθορισμού του επόμενου Ανώτατου Συμβουλίου, όπως και άλλα ζητήματα που άπτονται του Πολιτικού Διαλόγου και της Θετικής Ατζέντας».
Ανέφερε ότι μεταξύ των δύο χωρών υπάρχει σημαντική αύξηση του διμερούς εμπορίου και οι ηγέτες Ελλάδας και Τουρκίας έθεσαν έναν πολύ φιλόδοξο στόχο για διπλασιασμό του διμερούς εμπορίου.
«Βρισκόμαστε σε καλή κατεύθυνση προς τα εκεί και νομίζω ότι τα επόμενα χρόνια θα είναι χρόνια καλύτερης οικονομικής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Βεβαίως, αυτό προϋποθέτει η γεωπολιτική, διπλωματική στάση των δύο χωρών να είναι τέτοια που να επιτρέπει στην οικονομία να αναπτυχθεί».
Η Θετική Ατζέντα, όπως ανέφερε, έχει λειτουργήσει σε δύο επίπεδα – τόσο στο επίπεδο της οικονομίας, μέσω των διμερών επενδύσεων, του διμερούς εμπορίου, όσο και στο επίπεδο της διπλωματίας μεταξύ των πολιτών.
«Στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού διαλόγου εκείνο το οποίο διαφοροποιεί την παρούσα κατάσταση σε σχέση με το παρελθόν, που πολλές φορές είχαν επιχειρηθεί ανάλογα πειράματα προσέγγισης μεταξύ των δύο χωρών, είναι ότι έχουμε έναν διάλογο ο οποίος είναι απολύτως δομημένος. Στηρίζεται σε πυλώνες, σε χρονοδιαγράμματα, σε παραδοτέα».
Στο πλαίσιο αυτό, θα έχουμε την επίσκεψή του κ. Χατζηβασιλείου στην Κωνσταντινούπολη. Τα επόμενα βήματα που είναι ο Πολιτικός Διάλογος και η Θετική Ατζέντα που θα αναπτυχθεί στο εγγύς μέλλον, σε νέο γύρο. Υπήρξαν τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης για τη στρατιωτική συνεργασία και κατανόηση μεταξύ των δύο χωρών και το Ανώτατο Συμβούλιο.
Μια Ευρώπη σε Ένωση είναι μία Ευρώπη πολύ πιο ισχυρή να μπορέσει να διαπραγματευτεί
Αναφορικά με τους δασμούς που επιβάλει ο Αμερικανός Πρόεδρος, επισήμανε πως «οι δασμοί δεν είναι καλό νέο σε μία αγορά, η οποία είναι εξοικειωμένη με την ελευθερία, η οποία αποσκοπεί πρωτίστως στην εξυπηρέτηση των καταναλωτών, οι όποιοι φραγμοί στο εμπόριο δημιουργούν μία νέα συνθήκη και εν δυνάμει μία κατάσταση πληθωρισμού, αύξηση των επιτοκίων, γενικότερης αναταραχής».
«Η θέση της Ένωσης είναι σαφής. Μετά από μία πρώτη μικρή περίοδο σχετικής αμηχανίας της ΕΕ έχουμε καταλήξει ότι εκείνο το οποίο είναι χρήσιμο και ωφέλιμο για την Ένωση, είναι να συνεχίσουμε τη συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, να προσπαθήσουμε να βρούμε τον τρόπο εκείνο, με τον οποίο θα μπορέσουμε να εξισορροπήσουμε τα όποια προβλήματα», σημείωσε.
Βεβαίως, σημείωσε πως εντός της Ένωσης, ένας συνδυασμός που εξ ορισμού έχει πολλά και αντιτιθέμενα συμφέροντα, υπάρχουν και διαφορετικές απόψεις. «Το κρίσιμο είναι, όμως η Ευρώπη να παραμείνει ενιαία, να έχει μία φωνή, να εκφραστεί μέσα από τα θεσμικά της όργανα, έτσι ώστε να πολλαπλασιαστεί και η διαπραγματευτική της δυνατότητα. Μία Ευρώπη σε Ένωση είναι μία Ευρώπη πολύ πιο ισχυρή να μπορέσει να διαπραγματευτεί».
Η Ευρώπη δεν μπορεί να συνεχίσει να έχει εξαρτήσεις
Ερωτηθείς για το αν η πολιτική Τραμπ μπορεί να φέρει μία νέα οικονομική κρίση στην ΕΕ, σημείωσε πως «αυτή τη στιγμή δεν είμαστε εκεί, βρισκόμαστε σε μία φάση μετάβασης σε ένα νέο μοντέλο».
«Η νέα αμερικανική διοίκηση έχει αμέσως εισαγάγει τα νέα δεδομένα στην οικονομική συνεργασία, στο διεθνές εμπόριο και προσπαθούν όλοι να βρουν τα πατήματά τους. Δεν είμαστε ακόμη στο σημείο όπου θα μπορούσε να προκληθεί μια οικονομική κρίση».
«Αυτό δεν σημαίνει ότι, τόσο ως Ελλάδα, όσο και ως ΕΕ, δεν πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι», επισήμανε και προσέθεσε: «Η Ελλάδα έχει το σημαντικό πλεονέκτημα να μην έχει υπερέκθεση έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών».
Σημείωσε δε πως έχει δημοσιονομικά μεγέθη, τα οποία είναι ακμάζοντα και δεν έχουν πολιτική σταθερότητα, δηλαδή τα βασικά συστατικά για να μπορέσουμε να αποφύγουμε την κρίση.
Σε επίπεδο Ένωσης η διαχείριση είναι σημαντική και συνδέεται και με μια πιο μακροσκοπική προσέγγιση της ΕΕ, μιας πορείας προς την στρατηγική της αυτονομίας.
«Ιστορικά γεγονότα επισπεύδουν την ίδια την ιστορία. Είδαμε ότι ο πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία, η ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία, επέσπευσε την απεξάρτηση των περισσοτέρων κρατών μελών από το ρωσικό φυσικό αέριο. Σε μια αντίστοιχη περίπτωση, θα υποχρεωθεί η Ευρώπη να προσαρμοστεί και στα νέα δεδομένα. Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό, αρκεί να γίνεται με έναν τρόπο ο οποίος θα είναι προγραμματισμένος, θα έχει μια όδευση, προς την ασφάλεια και την ευημερία της Ευρώπης».
«Το ΝΑΤΟ αποτελεί την ισχυρότερη αμυντική συμφωνία, τη μεγαλύτερη διατλαντική οργάνωση συνεργασίας και νομίζω ότι θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο», ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών. «Δεν αισθάνομαι ότι υπάρχει θεμελιώδης κλονισμός σε ό,τι αφορά τα βασικά τής διατλαντικής συνεργασίας. Προφανώς, αυτή τη στιγμή, βρισκόμαστε -και στο επίπεδο του ΝΑΤΟ- σε μία μεταβατική φάση, διότι ο παραδοσιακός συσχετισμός βαρών εντός της διατλαντικής συνεργασίας, δηλαδή η υπερεξάρτηση από τις ΗΠΑ, τείνει αυτή τη στιγμή να απομειωθεί».
«Τα βάρη αναλογικά περιέρχονται και στην Ευρώπη. Η Ευρώπη θα πρέπει να αναλάβει ένα μεγαλύτερο βάρος. Αυτό συνδέεται πρωτίστως με την εξυπηρέτηση των αμυντικών αναγκών, δηλαδή την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ευρώπης», τόνισε.
Είναι σημαντική, όπως σημείωσε, η δέσμευση όλων των κρατών του ΝΑΤΟ ότι θα συνεχίσουν να στηρίζουν, ή ακόμη και θα αυξήσουν, την επένδυσή τους στις αμυντικές δυνατότητες.
«Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητικό. Δηλαδή, η ενίσχυση της αμυντικής αυτονομίας των κρατών», επισήμανε και σημείωσε πως η Ελλάδα ούτως ή άλλως έχει μια ισχυρή δέσμευση σε ό,τι αφορά την επένδυση στους εξοπλισμούς μας, στην αμυντική δυνατότητα. Αντιστοίχως υπάρχει μια κοινή κατανόηση αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη ότι θα πρέπει να ενισχυθεί και η συλλογική άμυνα της Ευρώπης».
«Το ReArm, το οποίο έχει τη στιγμή αναπτυχθεί στο πλαίσιο της Ένωσης, αποτελεί το νέο μεγάλο εργαλείο για τη στρατηγική αυτονομία», σημείωσε, ενώ εξήγησε πως όλα κατατείνουν στο μετασχηματισμό της οικονομικής ένωσης, η οποία ξεκίνησε με τη λειτουργία της αποφυγής φραγμών στο διακοινοτικό εμπόριο, σε μια γεωπολιτική ένωση.
«Η Ευρώπη δεν μπορεί να συνεχίσει να έχει εξαρτήσεις. Θα πρέπει να δει τον εαυτό της τις επόμενες δεκαετίες μέσα από το πρίσμα μιας πιο αυτόνομης πορείας. Διότι, η αυτονομία, στη συγκεκριμένη περίπτωση, σημαίνει στην πραγματικότητα εγγύηση και για την ασφάλεια της», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.
Η Τουρκία να σέβεται την ακεραιότητα των συμμάχων κρατών
Αναφορικά με το αν η Τουρκία πρέπει να έχει ρόλο σ’ αυτό, επισήμανε πως ούτως ή άλλως η Άγκυεα αποτελεί έναν ισχυρό παράγοντα, περιφερειακό και διεθνή, με αυτοτελή αμυντική βιομηχανία. Είναι εταίρος του ΝΑΤΟ, άρα σύμμαχός μας στη διατλαντική συμμαχία και αποτελεί ένα υπό ένταξη κράτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Η πρώτη και μεγάλη υποχρέωση, την οποία έχει η Τουρκία, είναι προφανώς να σέβονται τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, να σέβονται την ακεραιότητα των συμμάχων κρατών», υπογράμμισε.
«Είναι προφανές ότι, στο μέτρο που η Τουρκία εξακολουθεί να έχει απειλητικό πόλεμο σε βάρος της Ελλάδας για ζητήματα που πρέπει να κάνουν με την ίδια την κυριαρχία της χώρας και τα δικαιώματα που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, αυτό είναι σοβαρό ανάχωμα», επεσήμανε και πρόσθεσε πως το ίδιο ισχύει και με την κατοχή της Κύπρου.
«Δεν νοείται να υπάρχει, υπό νομική εκδοχή, εμπλοκή μιας χώρας, όταν αυτό δεν σημαίνει ταυτόχρονα απόλυτο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας, της ανεξαρτησίας των κρατών», τόνισε.
Ανέφερε πως η ελληνική κυβέρνηση με την Κυπριακή Δημοκρατία έχει καταφέρει να ενεργοποιήσει το Κυπριακό ως μείζον θέμα εντός του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
«Η Τουρκία κινείται σε γραμμή, η οποία επιβεβαιώθηκε τις τελευταίες μέρες, για διχοτόμηση του νησιού και κυριαρχική ισότητα, η οποία είναι εκτός του πλαισίου του ΟΗΕ, εκτός από την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας και δεν μπορεί να γίνει υπό οικονομική εκδοχή ανεκτή».
«Η Ελλάδα, έχοντας ένα πολύ ισχυρό τρίπτυχο σήμερα, το οποίο είναι ισχυρή διπλωματία, μια πολύ καλή, ακμάζουσα οικονομία και βεβαίως, μια ραγδαία αναπτυσσόμενη εθνική ομάδα, μπορεί να εγγυηθεί ασφάλεια», τόνισε.
Οι σχέσεις Ελλάδας- ΗΠΑ στο βέλτιστο επίπεδο
«Η Ελλάδα έχει άριστη στρατηγική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σήμερα, βρίσκεται στο βέλτιστο επίπεδο που ήταν ποτέ», ανέφερε. «Είναι μια συνεργασία η οποία έχει αναπτυχθεί συν τω χρόνω. Υπερβαίνει τις κλασικές διμερείς σχέσεις που στηρίζονται στο διμερές εμπόριο, στην οικονομική συνεργασία, έχει αναχθεί σε μείζονα αμυντική συνεργασία και νομίζω ότι οι σχέσεις αυτές θα αναπτυχθούν περαιτέρω».
Παράλληλα, σημείωσε, η Ελλάδα, στο πλαίσιο της πολυμερούς διπλωματίας την οποία ασκεί, έχει άριστη σχέση με όλο τον αραβικό κόσμο. Αύριο, άλλωστε, αντιπροσωπεία της αιγυπτιακής κυβέρνησης υπό τον Πρόεδρο Σίσι θα βρίσκεται στην Αθήνα στο πλαίσιο του Ανώτατου Συμβουλίου.
«Η Αίγυπτος αποτελεί μία χώρα σταθμό, όχι μόνο λόγω της φυσικής γειτνίασης και της μεγάλης συνεργασίας. Κυρίως, όμως, διότι θεωρούμε ότι η Αίγυπτος αποτελεί έναν πυλώνα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή, κάτι που είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας, αλλά και προς το συμφέρον της ειρήνης και της ευημερίας σε ολόκληρη την περιοχή».
Η Ελλάδα έχει αναπτύξει μια στρατηγική σχέση με τις χώρες, οι οποίες έχουν πολύ μεγάλη δυναμική στο διεθνές στερέωμα, όπως είναι η Ινδία, προσέθεσε και κατέληξε: «Η Ελλάδα είναι παντού, είναι ισχυρή, μεγαλώνει το διπλωματικό της αποτύπωμα».